Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

«Ολοι μαζί μπορούμε»: Ναι αλλά ποιοι και για πού;




Γρηγοριάδης Κώστας
Είναι γεγονός ότι κάτω από το βάρος της βάρβαρης πολιτικής διαχείρισης της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, πολλαπλασιάζονται και οξύνονται τα λαϊκά προβλήματα, προκαλούνται νέα. Αυτά δημιουργούν το έδαφος για την ανάπτυξη κινητοποιήσεων, για την ανάπτυξη αγώνων.
Σ' αυτά τα πλαίσια, εμφανίζεται στους αγώνες, σε κινητοποιήσεις ως σύνθημα το «όλοι μαζί μπορούμε». Τι «μπορούμε»; Να αντιμετωπίσουμε, να αλλάξουμε, λένε, σε όφελος του λαού την πραγματικότητα, να κατακτήσουμε ένα στόχο διεκδίκησης. Βεβαίως, σήμερα χρειάζεται, επιβάλλεται να συμμετέχουν στους αγώνες όλοι μαζί, δηλαδή η εργατική τάξη, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι φτωχοί αγρότες, οι νέοι και οι γυναίκες από τα φτωχά λαϊκά στρώματα.


Βεβαίως, όταν μιλάμε για αγώνες, για κινητοποιήσεις που αναπτύσσονται, χρειάζεται να προσδιορίζουμε ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά για το αν και κατά πόσον αυτές οι κινητοποιήσεις αντικειμενικά μπορούν να συμβάλουν στην οργάνωση της αντεπίθεσης της εργατικής τάξης, των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Για παράδειγμα, υπάρχουν κινητοποιήσεις που ενώ φαινομενικά γίνονται για να προστατέψουν τους εργαζόμενους, εντούτοις ωφελούν την εργοδοσία. Να θυμίσουμε παλιότερα τις κινητοποιήσεις στη Βαμβακουργία Βόλου, όπου στην ουσία οι εργαζόμενοι διεκδικούσαν να συμβάλει το κράτος στην οικονομική ενίσχυση του εργοδότη για να μην κλείσει το εργοστάσιο, ή, πιο πρόσφατα, αντίστοιχες κινητοποιήσεις στα εργοστάσια του Λαναρά. Βεβαίως, και στα δύο παραδείγματα, και οι επιχειρηματίες ενισχύθηκαν και τα εργοστάσια έκλεισαν. Δεν αρκεί το δίκαιο αίτημα, αλλά παίζει ρόλο η γενική γραμμή πάλης.

Αρα, το ζήτημα είναι ένας αγώνας να έχει προσδιορίσει και σημαδέψει σωστά τον αντίπαλο, τις αιτίες που κάνουν τους αγώνες απολύτως αναγκαίους και επίσης ποια κατεύθυνση να έχουν οι αγώνες, ποια ρότα, ποια έκβαση. Επίσης, απαιτείται να έχει επεξεργαστεί «γενική γραμμή», το επόμενο βήμα, καθώς δεν έρχονται άμεσα αποτελέσματα. Για παράδειγμα, αντίπαλος δεν είναι μόνο μια κυβέρνηση, ούτε καν ένας μεμονωμένος καπιταλιστής, όταν πρόκειται για αγώνες από εργαζόμενους μιας επιχείρησης, είναι πρώτ' απ' όλα τα μονοπώλια, η αστική τάξη ως τάξη, η εξουσία τους. Εχουν τη σημασία τους όλ' αυτά. Γιατί τα τελευταία χρόνια γνωρίσαμε αγώνες αλλά και μεγάλες κινητοποιήσεις που είχαν τη μορφή αγώνων αλλά δεν είχαν λαϊκή σφραγίδα ακόμα και αν συμμετείχε, ακολουθούσε λαϊκός κόσμος αυτούς τους αγώνες. Εντάσσονται άραγε στους αγώνες η λεγόμενη Αραβική Ανοιξη, ή οι «πλατείες» με συνθήματα «έξω τα κόμματα, έξω τα συνδικάτα», «να καεί να καεί...», «οι 300 στο Γουδή»; Η οι κινητοποιήσεις στις ΗΠΑ κόντρα στη «Wall Street»; Ολοι ανεξαιρέτως οι αγώνες περικλείουν θετική δυναμική για τους λαούς;

Εχει σημασία ποια συμφέροντα βάζουν τη σφραγίδα τους στους αγώνες, ποια είναι η πρωτοπορία τους, αν και δεν αρκεί μόνο η πρωτοπορία αλλά είναι η μαγιά για την ανάπτυξή τους, για να μη χρησιμοποιηθούν από τον ταξικό αντίπαλο, να μη χειραγωγηθούν από το σύστημα.

Είναι διαφορετικό πράγμα σ' έναν αγώνα να βάζει τη σφραγίδα της η εργατική τάξη κόντρα στα μονοπώλια και με έκβαση όχι την αλλαγή διαχείρισης αλλά την ανατροπή τους, διαφορετικό τα μεσοστρώματα, ή η εργατική αριστοκρατία, που χάνουν από την οικονομική καπιταλιστική κρίση και θέλουν να κρατήσουν τα κεκτημένα, ή να μη χάσουν άλλο, διεκδικώντας διαφορετική πολιτική διαχείρισης.

Ακόμα και οι πιο δυναμικοί αγώνες με δίκαια αιτήματα μπορεί να χειραγωγηθούν από το σύστημα, αν δεν έχουν στοχεύσει σωστά τον αντίπαλο.

Είναι επίσης άλλο πράγμα αγώνες που περιέχουν το στοιχείο του αυθόρμητου, αν και εντελώς αυθόρμητο χωρίς την επίδραση του συνειδητού δεν υπάρχει, το αυθόρμητο είναι μερική αντανάκλαση του συνειδητού, και άλλο πράγμα αγώνες που περικλείουν μέσα τους τέτοιες και τόσες αδυναμίες που επιτρέπουν στο σύστημα να τους χειραγωγήσει και τελικά να τους σβήσει για μικρό ή για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Θέλουμε ακόμη να θέσουμε ένα ζήτημα που υπάρχει και ως σύνθημα στο κίνημα. Οτι λύσεις στα προβλήματα μπορούν να δώσουν οι αγώνες. Εχει βάση αυτό; Εχει πράγματι βάση από την εμπειρία των ταξικών αγώνων σε άλλες συνθήκες που ο καπιταλισμός, κάτω από την πίεση του κινήματος, του διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων με την ύπαρξη του σοσιαλιστικού συστήματος, αλλά και των μεγάλων ρυθμών ανάπτυξης, ιδιαίτερα τη μεταπολεμική περίοδο, έκανε παραχωρήσεις κάτω από την πίεση του εργατικού, του λαϊκού κινήματος, βελτίωσε τη θέση των εργαζομένων. Εκανε παραχωρήσεις στα πλαίσια της πολιτικής ενσωμάτωσης λαϊκών δυνάμεων, κάτω και από την επίδραση των κατακτήσεων των λαών στις σοσιαλιστικές χώρες. Βελτιώθηκε το βιοτικό επίπεδο του λαού. Σήμερα οι κατακτήσεις αφαιρούνται. Εχουμε σχετική και απόλυτη εξαθλίωση. Αγώνες γίνονται, αλλά αποτελέσματα δεν φαίνονται. Επομένως δε φτάνουν γενικά οι αγώνες ή πιο σωστά για ποιους αγώνες μιλάμε; Φυσικά αγώνες δεν είναι μόνο οι κινητοποιήσεις. Είναι η προετοιμασία τους, η συνέχεια μετά τη λήξη μιας κινητοποίησης, το περιεχόμενο και ο προσανατολισμός τους, αν δηλαδή στρέφονται ενάντια στα μονοπώλια και την εξουσία τους.

Αρα, το «όλοι μαζί» στους αγώνες από μόνο του δεν περιέχει δυναμική, ή μπορεί να οδηγεί και στην ήττα του κινήματος. Γι' αυτό το πρώτο συμπέρασμα που βγαίνει είναι - όσο είναι δυνατόν όλοι να συμφωνήσουν σε όλα - να υπάρχει σε εύρος κοινή αντίληψη για την αιτία των προβλημάτων, ολοκληρωμένη αντίληψη για τους υπαίτιους (δε φτάνει να γίνει στόχος μια κυβέρνηση, η κυβέρνηση είναι αυτό που βλέπεις, πίσω όμως υπάρχει η αστική τάξη, η εξουσία της, ο εξωτερικός παράγοντας, μηχανισμοί, ιδιαίτερα συμφέροντα, ανταγωνισμοί κ.λπ.).

Ποιες δυνάμεις με ποια γραμμή στο κίνημα
Υπάρχει όμως διαμορφωμένη σε μεγάλα τμήματα των εργαζομένων, του λαού, η αντίληψη ότι η πολιτική μπορεί να αλλάζει μόνο με κοινοβουλευτικές εκλογές και την εναλλαγή κομμάτων στην κυβέρνηση, δηλαδή να αλλάζει το πολιτικό εποικοδόμημα, ενώ η οικονομία να παραμένει καπιταλιστική.

Και ότι οι αγώνες σ' αυτό πρέπει να κατατείνουν, να αλλάξει η πολιτική μιας κυβέρνησης, ή και η κυβέρνηση. Αυτό το τελευταίο το σηκώνει βασικά ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τ' άλλα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης.

Σ' αυτή τη λογική επίσης διαμορφώνεται η ψυχολογία, η αντίληψη που εκφράζεται με το σύνθημα «όλοι μαζί μπορούμε». Ερχεται και ως στοιχείο της προπαγάνδας κυρίως οπορτουνιστικών δυνάμεων, του ΣΥΡΙΖΑ με φωνακλάδικο τρόπο, κόντρα στο ΚΚΕ που έχει διασπαστική πολιτική. Αλλά το αντίθετο όμως συμβαίνει, το ΚΚΕ έχει την πιο πλατιά πολιτική ενότητας, ενώνει την εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα με την πρότασή του για την κοινωνική συμμαχία.
Επίσης, οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στο κίνημα κατηγορούν το ΠΑΜΕ, τη γραμμή του στο εργατικό κίνημα, ως φορέα συσπείρωσης συνδικαλιστικών οργανώσεων που διασπά, που εμποδίζει τους αγώνες. Και ας αναπτύχθηκαν (μένουμε μόνο στην πείρα του τελευταίου τρίχρονου), με την πρωτοπόρα δράση του ΠΑΜΕ, των δυνάμεών του σε όλες τις βαθμίδες του κινήματος. Και βεβαίως το ΠΑΜΕ δεν εμπόδισε κανέναν να συμμετέχει σε κινητοποιήσεις, αλλά δεν απεμπολεί το δικαίωμα στη δράση του να έχει τη διακριτή του παρουσία με το δικό του περιεχόμενο, τους δικούς του στόχους πάλης, το δικό του προσανατολισμό και να παλεύει για τη συσπείρωση δυνάμεων στη γραμμή του κόντρα στο κεφάλαιο.

Αυτό το «όλοι μαζί μπορούμε» ακούστηκε, για παράδειγμα, και με την υπόθεση της ΕΡΤ. Αλλά το «όλοι μαζί» δεν μπορεί να αφορά κόμματα επειδή διαμαρτύρονται για ένα ζήτημα, όπως, π.χ., το κλείσιμο της ΕΡΤ. Δεν αφορά, επίσης, όλες τις συνδικαλιστικές ηγεσίες. Μπορούμε, για παράδειγμα, να πάμε ως παράταξη που συμμετέχει το ΚΚΕ μαζί με την ΠΑΣΚΕ ή τη ΔΑΚΕ, με τη ΓΣΕΕ, την ΑΔΕΔΥ, στο συνδικαλιστικό κίνημα, που έχουν γραμμή ότι οι εργαζόμενοι μπορούν να ζήσουν καλύτερα ενώ υπάρχει η κυριαρχία του κεφαλαίου και μέσα στην ΕΕ;

Η ιστορία και η πορεία κάθε δύναμης μέσα στο εργατικό, στο λαϊκό κίνημα, είναι γνωστή. Είναι γνωστά τα έργα και οι ημέρες του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού όχι μόνο στις τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις αλλά και στα παρακάτω όργανα, όχι μόνο ως προς τους συμβιβασμούς με τους καπιταλιστές σε «διεκδικήσεις» που βολεύουν τις επιχειρήσεις, η ιδεολογική επένδυση σ' αυτό με τη λογική του εφικτού και του «κοινωνικού εταιρισμού». Αυτή η πολιτική στο κίνημα το άφησε εντελώς απροετοίμαστο για την αναγκαιότητα σκληρών ταξικών συγκρούσεων, τώρα στις συνθήκες της κρίσης και του άγριου ταξικού πολέμου των αστών ενάντια στην εργατική τάξη. Δεν μπορεί κανείς να μην πάρει υπόψη το γεγονός ότι οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ουρά των εργοδοτικο-κυβερνητικών συνδικαλιστών στην ίδια γραμμή, και συνεχίζουν να τους σιγοντάρουν με την τακτική τους, ή ότι συνεργάστηκαν και συνεργάζονται κόντρα στις δυνάμεις του ΠΑΜΕ, ή ότι πρόσφατα στο ΕΚΑ έφερναν οι διευθυντές των σούπερ μάρκετ εργαζόμενους με πούλμαν για να ψηφίσουν όλοι μαζί τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι άλλο πράγμα το «όλοι μαζί» κάτω, στη βάση, δηλαδή η εργατική τάξη, οι σύμμαχοί της.

Τα κόμματα, το κίνημα και η διαπάλη
Το «όλοι μαζί» απαιτεί και ξεχώρισμα, ο αντίπαλος είναι και μέσα στο κίνημα γιατί είναι ή λειτουργεί σαν το μακρύ χέρι του κράτους.

Τα κόμματα επίσης δρουν και μέσα στο εργατικό, στο λαϊκό κίνημα. Είναι αυταπάτη το έξω τα κόμματα, αυτοί που το λένε είναι μέσα. Επομένως η πολιτική τους εκφράζεται και μέσα στο κίνημα. Είναι άλλο πράγμα η αυτοτέλεια των συνδικαλιστικών οργανώσεων, να αποφασίζουν οι εργαζόμενοι με πλειοψηφία και άλλο να λες ότι τα κόμματα πρέπει να παρακάμψουν τις θέσεις τους, τις επιλογές τους για να γίνει ενότητα των εργαζομένων. Κανένα κόμμα δεν κάνει πίσω, όλα παλεύουν για να επηρεάσουν, άλλο πράγμα η παραβίαση της αυτοτέλειας. Επομένως είναι ψεύτικη, παραπλανητική και ουτοπική άποψη ότι το κόμμα και οι δυνάμεις του είναι ή πρέπει να είναι έξω από το κίνημα.

Το λαϊκό κίνημα δεν μπορεί να μην αναπτύσσεται και κάτω από την επίδραση των κομμάτων και των οργανωμένων δυνάμεών τους στο κίνημα. Η διαπάλη στο κίνημα υπάρχει και θα υπάρχει γιατί ακριβώς το σύστημα εμποδίζει την ανάπτυξη ταξικής συνείδησης.

Η πολιτική κάθε κόμματος μέσα στο κίνημα απορρέει από τη στρατηγική του. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, το ΠΑΣΟΚ να είναι στη συγκυβέρνηση που εφαρμόζει πολιτική υπέρ του κεφαλαίου και οι δυνάμεις του στο κίνημα να έχουν πολιτική και στόχους ενάντια στο κεφάλαιο. Η δεν μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει στρατηγική στήριξης της «υγιούς επιχειρηματικότητας» και οι δυνάμεις στο κίνημα να έχουν πολιτική ενάντια στα μονοπώλια.

Οσοι βάζουν αυτό το ζήτημα του «όλοι μαζί μπορούμε», το εμφανίζουν «αθώα» ως ζήτημα που αφορά στην κατάκτηση της ενότητας των εργαζομένων, του λαού. Ποια ενότητα, ενάντια σε ποιον, ποιος είναι ο αντίπαλος, για ποιο σκοπό; Επομένως, αγώνες με ποιο περιεχόμενο, ποιο προσανατολισμό;

Ο ΣΥΡΙΖΑ απαντά σ' αυτό, ενότητα, κοινή πάλη, για την ανατροπή της κυβέρνησης και για κυβέρνηση της αριστεράς. Αλλωστε, η δράση των κομμάτων και μέσα στο κίνημα αποσκοπεί στη συσπείρωση δυνάμεων στην πολιτική τους. Δεν είναι αθέμιτο. Η δράση στο κίνημα είναι συστατικό μέρος της στρατηγικής κάθε κόμματος, επομένως και του σκοπού του. Του ΣΥΡΙΖΑ είναι η κυβέρνηση για την ενίσχυση των «υγιών επιχειρηματιών», δηλαδή μιας μερίδας των μονοπωλίων που εκφράζουν, την ανάπτυξή τους, γιατί έτσι θα αναπτυχθεί η οικονομία και θα λυθούν τα λαϊκά προβλήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ όλα τα χρόνια και τώρα είναι υπέρ του μονόδρομου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αυτή η θέση του έβλαψε και βλάπτει το κίνημα.

Αλλά τα συμφέροντα των εργαζομένων, λέει η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, ταυτίζονται με τα συμφέροντα των ταξικών τους αντιπάλων, των μεγαλοεπιχειρηματιών. Επομένως, η δράση του στο κίνημα, το περιεχόμενό της, οι στόχοι, είναι υποταγμένα στη στρατηγική του επιδίωξη. Γι' αυτό, π.χ., υπογράφει συμβάσεις με δραστική μείωση μισθών.

Επομένως, είναι δυνατόν το «όλοι μαζί» σε έναν αγώνα να ισχύει και μ' αυτούς, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, που στηρίζουν την ΕΕ ή της κάνουν κριτική γιατί λένε ότι μπορεί να αλλάξει από τα μέσα; Πώς είναι δυνατόν να είμαστε «όλοι μαζί» όταν υπάρχουν διαφορές για την αιτία της κρίσης (οι άλλες δυνάμεις λένε ότι είναι θέμα πολιτικής διαχείρισης του καπιταλισμού), όταν υπάρχουν διαφορές για τι σημαίνει ανάπτυξη και για ποιον;

Αρα, δεν μπορεί «να είμαστε όλοι μαζί». Δεν αρκεί η διαπίστωση του προβλήματος, ούτε η αγωνιστική διάθεση. Μπορεί στα αιτήματα να συμφωνούμε αλλά η γενική πολιτική των κομμάτων και των συνδικαλιστικών τους παρατάξεων δεν αποτελεί εγγύηση. Αυτό δεν αφορά μόνο στα κυβερνητικά κόμματα, αλλά και αυτά της αντιπολίτευσης. Τι εγγύηση παρέχει ο ΣΥΡΙΖΑ με τη γενική του πολιτική που είναι ενταγμένη στον ευρωμονόδρομο, που είναι στήριξη και ενίσχυση των μονοπωλίων για να υπάρξει ανάπτυξη, που αναζητά διεθνείς συμμαχίες σε ΗΠΑ, Ευρωπαϊκό Νότο, Βραζιλία, Ρωσία κ.λπ., δηλαδή ισχυρές καπιταλιστικές χώρες;

Για να είμαστε «όλοι μαζί» πρέπει να συμφωνήσουμε στις αιτίες των προβλημάτων, στους υπεύθυνους της πρόκλησής τους, στο περιεχόμενο και στην κατεύθυνση του διεκδικητικού αγώνα, να έχει στόχο τον αντίπαλο, τον πραγματικό αντίπαλο. Που δεν είναι απλά μια κυβέρνηση, αλλά η αστική τάξη, η εξουσία της, δηλαδή το κράτος της, τα κόμματά της, οι διεθνείς της συμμαχίες, δηλαδή η ΕΕ, οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ, κ.λπ.

Το «όλοι μαζί» δύναμη και αδυναμία
Επομένως, ανεξάρτητα από τις διαφοροποιήσεις που εμφανίζουν τα κόμματα στην τακτική άρα και στην προπαγάνδα τους, που έχει βεβαίως σχέση με τη θέση τους στο αστικό πολιτικό σύστημα, τη στρατηγική τους, και ανεξάρτητα από το αν εμφανίζουν επίσης διαφοροποιήσεις στο εργατικό κίνημα όπως και φιλεργατικό προσωπείο, κριτήριο για τους εργαζόμενους πρέπει να είναι η γενική πολιτική γραμμή και η προοπτική τους χτες, σήμερα, δηλαδή ποια συμφέροντα υπηρετούν, αυτά των επιχειρηματικών ομίλων, των μονοπωλίων ή του λαού. Και αυτό δεν φαίνεται πάντα, τις περισσότερες φορές με την πρώτη ματιά.

Οι αγώνες που αναπτύσσονται στο έδαφος των προβλημάτων, και υπάρχει πείρα σ' αυτό, ακόμη και αν δεν φέρνουν άμεσες κατακτήσεις, πρέπει να οργανώνονται έτσι που να συμβάλλουν στη χειραφέτηση από την αστική πολιτική, στη συγκέντρωση δυνάμεων στην αντικαπιταλιστική, αντιμονοπωλιακή πάλη. Να δημιουργούν προϋποθέσεις, να στρώνουν το δρόμο συνειδητοποίησης ότι δεν αρκεί αλλαγή κόμματος στην κυβέρνηση για να έρθουν καλύτερες μέρες. Να συνειδητοποιείται από ολοένα και περισσότερες εργατικές - λαϊκές δυνάμεις ότι ακόμη και ένα στόχο πάλης να κατακτήσουν, ή να βάλουν εμπόδια «στα χειρότερα», δε φτάνει για να αλλάξει η ζωή τους. Αλλωστε, έχουν την πείρα των τελευταίων χρόνων. Κατακτήσεις υπήρξαν αλλά καταργήθηκαν γιατί αυτό απαιτεί η αναπαραγωγή του κεφαλαίου και των κερδών. Δεν πρέπει και δεν μπορεί να ανέχεται να ζει ο λαός στη σημερινή πραγματικότητα έχοντας κάνει εκπτώσεις στις απαιτήσεις του.

Επομένως, δεν μπορεί να είμαστε «όλοι μαζί» με τις άλλες συνδικαλιστικές και πολιτικές ηγεσίες στην πάλη για τη λύση λαϊκών προβλημάτων. Το «όλοι μαζί» σε αντίθεση με τη γραμμή υπεράσπισης των μονοπωλίων και του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης μετατρέπεται σε δύναμη. Το «όλοι μαζί» χωρίς πολιτική γραμμή εναντίωσης στα μονοπώλια μετατρέπεται σε αδυναμία.

Το «όλοι μαζί» είναι σωστό μόνο με πολιτική γραμμή που επεξεργάζεται το κίνημα και υπηρετεί τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της κατά της κυβέρνησης, κατά των μονοπωλίων, κατά της ΕΕ. Ο αντίπαλος δεν είναι ένα ή τρία κόμματα σε μια κυβέρνηση, είναι ένα ολόκληρο σύστημα.

Η εμπροσθοφυλακή του εργατικού, του λαϊκού κινήματος πρέπει να ανοίγει δρόμους χειραφέτησης από την αστική πολιτική και κάθε πολιτική που εξαρτά τη θέση των εργαζομένων από την κατάσταση της καπιταλιστικής οικονομίας. Γιατί όσο υπάρχει αυτή η κατάσταση οι εργαζόμενοι θα ζουν στην ανεργία, στη φτώχεια, στην εξαθλίωση. Μέση λύση δεν υπήρξε και δεν μπορεί να υπάρχει. Το κίνημα, οι αγώνες, ακόμη και για επιμέρους διεκδικήσεις, πρέπει να συμβάλλουν στη συνειδητοποίηση αυτής της υπόθεσης σε συνδυασμό με τη συνειδητοποίηση της ανάγκης του άλλου δρόμου για να αλλάξει η ζωή τους, χωρίς αφεντικά. Και σ' αυτό δεν είμαστε «όλοι μαζί».

Ιδιαίτερα σήμερα, σε συνθήκες αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος, το «όλοι μαζί» θέλει ακόμα μεγαλύτερη προσοχή. Ακριβώς γιατί τα κόμματα της αντιπολίτευσης με πολιτική γραμμή διαχείρισης του συστήματος, προβάλλοντας το «όλοι μαζί», καλούν το λαό σε στοίχιση κάτω από τμήματα του κεφαλαίου. Επομένως, τα καλούν, στο όνομα του αγώνα για τα δικά τους προβλήματα, να παλεύουν για την καπιταλιστική ανάπτυξη, βεβαίως με άλλο μείγμα αστικής πολιτικής.

Το ίδιο ισχύει και για το δίλημμα «δεξιά-αριστερά», που προβάλλει ο ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ το «όλοι μαζί» υπονομεύει τη δυναμική του κινήματος, υποτάσσοντάς το στην ανάδειξη μιας κυβέρνησης αστικής διαχείρισης.

Γι' αυτό λέμε ότι υπάρχει το «όλοι μαζί» που δυναμώνει το κίνημα και το «όλοι μαζί» που το αδυνατίζει, το αδρανοποιεί.