Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

Απ' τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων

Οχι τυχαία, η πολιτική αντιπαράθεση επικεντρώνεται στη «νέα συμφωνία κυβέρνησης - τρόικας», χωρίς ακόμα να έχει δει το φως της δημοσιότητας το σύνολό της. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική εξέλιξη, αφού είναι σίγουρο ότι η συμφωνία προωθεί μια σειρά από καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της ΕΕ και τους σχεδιασμούς του κεφαλαίου, θα έπρεπε να είχαν υλοποιηθεί τουλάχιστον από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, αφού έχουν υλοποιηθεί σε άλλα κράτη της ΕΕ.

Πρόκειται για αναδιαρθρώσεις που έχουν στο επίκεντρό τους την υπεράσπιση της «ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου» (βλέπε κερδοφορία) και αφορούν στο «άνοιγμα» νέων πεδίων δράσης, βαθιές αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, διοικητικές αλλαγές στο κράτος, έτσι ώστε καλύτερα να υπηρετείται η κεφαλαιοκρατική δραστηριότητα.


Τα επιτελεία της αστικής τάξης, με μεθοδευμένο τρόπο, προσπαθούν να πείσουν ότι με αυτήν τη συμφωνία η Ελλάδα «γυρνάει σελίδα», ότι επιτέλους θα γίνουμε «κανονικό ευρωπαϊκό κράτος», ότι με αυτές τις «μεταρρυθμίσεις διαμορφώνονται προϋποθέσεις για αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου».

Η φιλοκυβερνητική προπαγάνδα, ουσιαστικά, προσπαθεί να «κρύψει» τις επιπτώσεις για την εργατική τάξη και τα φτωχά - λαϊκά στρώματα από την εφαρμογή αυτών των αντιδραστικών «μεταρρυθμίσεων», προσπαθεί, μάλιστα, να τις διαστρεβλώσει.

Ετσι π.χ. εμφανίζει την κατάργηση των 3ετιών ή τις μαζικές απολύσεις ως «ευκαιρία» για τους ανέργους για να βρουν δουλειά, το άνοιγμα αγορών ως όρο για φθηνά προϊόντα και υπηρεσίες κ.λπ. Η κυβέρνηση εμφανίζει ως διέξοδο για τους εργαζόμενους τη «βαρβαρότητα διαρκείας» για τα εργατικά - λαϊκά στρώματα, τις διαρκώς υποτιμημένες ανάγκες, τα διαλυμένα δικαιώματα. Επιδιώκει να ενισχύσει «συντεχνιακούς» διχασμούς ανάμεσα στους εργαζόμενους, για να επιβάλει την «κοινωνική συνοχή».

Η κριτική, που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, γίνεται από τη σκοπιά αλλαγής μείγματος στο έδαφος όμως του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης και της ΕΕ. Ετσι, γίνεται κριτική για το ότι το πλεόνασμα είναι αποτέλεσμα λιτότητας, ότι δε διατίθεται στην «παραγωγή» (βλέπε στη χρηματοδότηση της καπιταλιστικής ανάκαμψης), αλλά στους δανειστές και στην εξυπηρέτηση πελατειακών επιδιώξεων της ΝΔ, μιλάει για «στημένη έξοδο στις αγορές». Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να τεκμηριώσει την άποψη ότι η πολιτική της κυβέρνησης είναι αντιλαϊκή, επειδή είναι αναποτελεσματική να στηρίξει την καπιταλιστική ανάκαμψη. Είναι καθαρό ότι πρόκειται για μια κριτική που δεν εκφράζει τα εργατικά - λαϊκά συμφέροντα, δε γίνεται από τη σκοπιά αυτών των συμφερόντων, επιδιώκει όμως να εγκλωβίσει τους εργαζόμενους στη λογική στήριξης της καπιταλιστικής ανάκαμψης ως «φιλολαϊκής διεξόδου».

Η εργατική - λαϊκή αντίδραση σε αυτές τις εξελίξεις, πρέπει να είναι ισχυρή, πρέπει να γίνει από τη σκοπιά των σύγχρονων δυνατοτήτων και των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών. Η αντιλαϊκή επίθεση επιβεβαιώνει ότι για τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης δεν υπάρχει άλλη λύση από το χτύπημα των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων, ότι η αναζήτηση φιλολαϊκής λύσης μέσα σε αυτόν το δρόμο, μέσα στον ευρωμονόδρομο είναι αδιέξοδη για τους λαούς. Οι λαοί πρέπει να διαλέξουν το δικό τους δρόμο, το δρόμο της κοινωνικοποίησης των μονοπωλίων, της παραγωγής με σκοπό την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, του κεντρικού σχεδιασμού, της αποδέσμευσης από την ΕΕ και όλους τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, της μονομερούς διαγραφής όλου του χρέους. Το δρόμο της εργατικής - λαϊκής εξουσίας.

Το άρθρο είναι αναδημοσίευση από τη στήλη «Η 'Αποψή μας» του Ριζοσπάστη, Τρίτη 25 Μάρτη 2014.