Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012

ΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΝΕ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΑΤΤΙΚΗΣ ΤΗΣ ΚΝΕ Σήμερα απαιτείται να ενισχυθεί ο αγώνας ενάντια στα ναρκωτικά

ΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΕ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΑΤΤΙΚΗΣ ΤΗΣ ΚΝΕ
Σήμερα απαιτείται να ενισχυθεί ο αγώνα ενάντια στα ναρκωτικά
Τις θέσεις του ΚΚΕ για τα ναρκωτικά παρουσίασε ο Νίκος Σοφιανός, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ
Πλούσια συζήτηση και έντονος προβληματισμός ήταν τα κεντρικά χαρακτηριστικά της ημερίδας που διοργάνωσε χτες για τα ναρκωτικά η Νομαρχιακή Επιτροπή Κεντρικού Τομέα της Οργάνωσης Αττικής ΚΚΕ, ενισχύοντας και με αυτό τον τρόπο το σταθερό μέτωπο του Κόμματος ενάντια στα ναρκωτικά και εξοπλίζοντας συγχρόνως με επιχειρήματα χρήσιμα στη συνεχή και κλιμακούμενη διαπάλη με τη λογική και τη στάση ζωής της φυγής και των υποκαταστάτων.
Η εκδήλωση άνοιξε με ένα βίντεο της ΚΝΕ για το πρόβλημα των ναρκωτικών, ενώ στο χώρο λειτουργούσε και έκθεση βιβλίου. Τις εισηγήσεις έκαναν ο Νίκος Σοφιανός, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, η Ιλιάνα Ναζεντιάδου, ψυχολόγος - ψυχοθεραπεύτρια, μέλος της Γραμματείας του ΕΣΥΝ, ο Πέτρος Τριάντος, κοινωνικός ανθρωπολόγος στον τομέα έρευνας του ΚΕΘΕΑ και ο Παναγιώτης Κατηφές, μέλος της Επιτροπής Περιοχής της ΚΟΑ του ΚΚΕ.

«Σε συνθήκες κρίσης του εκμεταλλευτικού συστήματος που ζούμε, η πάλη ενάντια στα ναρκωτικά είναι αναπόσπαστο κομμάτι της συνολικότερης λαϊκής αντεπίθεσης στην εξουσία του κεφαλαίου. Η κλιμάκωση του αγώνα στη σαρωτική επίθεση κυβέρνησης - ΕΕ - μονοπωλίων, η ανυπακοή και τα μπλόκα παντού για να μην περάσει η αντιλαϊκή λαίλαπα, για να μη νομιμοποιηθούν τα μέτρα στη συνείδηση του λαού και της νεολαίας, απαιτεί να ανέβει ο αγώνας σε όλη την κλίμακα ενάντια στα ναρκωτικά. Αυτό και γιατί οι συνέπειες της κρίσης συμβάλλουν στις κοινωνικές αιτίες που μεγαλώνουν τους κινδύνους εξάπλωσης των ναρκωτικών», τόνισε ο Νίκος Σοφιανός, παρουσιάζοντας τις θέσεις και την πρόταση του Κόμματος για τα ναρκωτικά.
Είναι κοινωνικό φαινόμενο, δεν είναι επιλογή
Στο αμφιθέατρο του 984 στο Γκάζι έγινε η χτεσινή ημερίδα
Θίγοντας ορισμένες πλευρές του κοινωνικού φαινομένου της εξάρτησης από ψυχοδραστικές ουσίες, ενισχύοντας το μέτωπο στην αντιμετώπιση επιχειρημάτων (μερίδας επιστημόνων, πολιτικών, διανοούμενων της αστικής τάξης και του οπορτουνισμού) που παίζουν κυρίαρχο ρόλο στις προσπάθειες διαιώνισης των αιτιών που παράγουν και αναπαράγουν το πρόβλημα, ο Ν. Σοφιανός υπογράμμισε: «Η διαλεκτική υλιστική ανάλυση προσδιορίζει την εξάρτηση από ψυχοδραστικές ουσίες ως ακραίο φαινόμενο κοινωνικής αποξένωσης που αντανακλά την καπιταλιστική εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης. Είναι δηλαδή φαινόμενο με κοινωνικές, οικονομικές, ψυχολογικές, ιστορικές διαστάσεις και φαινόμενο σαφώς, του ίδιου του καπιταλισμού. Η τοξικομανία δεν μπορεί να χρεωθεί ατομικά σε κανέναν νέο. Δεν είναι επιλογή.Οι νέοι σπρώχνονται σε αυτή, σ' έναν τρόπο ζωής με εξάρτηση από ναρκωτικά, που προβάλλεται ως φυγή από την κοινωνία της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης. Το κοινωνικό - οικονομικό πλαίσιο που ευνοεί τη χρήση ναρκωτικών, η ανεργία, η πολιτιστική και οικονομική φτώχεια, οι ταξικοί φραγμοί στη μόρφωση, η εμπορευματοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών είναι το ταξικό υπόβαθρο της τραγωδίας των ναρκωτικών. Ταυτόχρονα, τα ναρκωτικά αποτελούν τεράστια οικονομική επιχείρηση στο πλαίσιο της καπιταλιστικής οικονομίας με κέρδη 500 δισ. δολαρίων».
Απαντώντας στο ερώτημα αν το πρόβλημα της τοξικομανίας μπορεί να αντιμετωπιστεί, είπε: «Η απάντηση που δίνει το ΚΚΕ είναι κατηγορηματική: Η τοξικομανία μπορεί να αντιμετωπιστεί ριζικά μόνο με την ανατροπή του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού. Ο τοξικομανής όμως, ως μεμονωμένη περίπτωση, μπορεί να απεξαρτηθεί αρκεί να υπάρχουν οι προϋποθέσεις. Η αντιμετώπιση της τοξικομανίας είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με το βαθμό ανάπτυξης του λαϊκού κινήματος, με τον αγώνα για άλλη κοινωνία, σοσιαλιστική. Με λίγα λόγια, όπως η θέση του ΚΚΕ είναι ότι ο καπιταλισμός δεν εξανθρωπίζεται, δε ρετουσάρεται, είναι σύστημα απάνθρωπο για τους πολλούς και χρειάζεται αγώνας και ρήξη για να ανατραπεί, έτσι πιστεύουμε και για τα ναρκωτικά. Κανένας συμβιβασμός μαζί τους. Γι' αυτό καλούμε σε ανατροπή του υπάρχοντος κοινωνικο-πολιτικού συστήματος που παράγει και αναπαράγει την τοξικοεξάρτηση, αγώνας καθημερινός να χτυπηθεί το φαινόμενο, να το προλάβουμε και να έχει τη δυνατότητα ο τοξικομανής να θεραπευτεί και να επανενταχθεί».
Μιλώντας για τις θέσεις των άλλων κομμάτων, σημείωσε ότι «σε πολλές παραλλαγές αλλά με το ίδιο πάντα ιδεολογικό υπόβαθρο - να μη θιγούν τα αίτια που γεννούν την τοξικομανία - κινείται η ισχύουσα κατασταλτική πολιτική αλλά και η προτεινόμενη περί νομιμοποίησης, που στην ουσία είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Η προσπάθεια που γίνεται χρόνια τώρα από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ - ΝΔ με τη βοήθεια και του ΣΥΝ στη γραμμή μείωσης της βλάβης που προωθεί η ΕΕ, είναι η νομιμοποίηση των αιτιών που παράγουν και αναπαράγουν το πρόβλημα, η νομιμοποίηση του ίδιου του καπιταλισμού. Θεωρούμε ότι ο συμβιβασμός με τα ναρκωτικά και η αποσιώπηση της δυνατότητας θεραπείας των τοξικομανών οδηγεί στην αποδοχή της ακραίας αποξένωσης και της νομιμότητας του εμπορίου ναρκωτικών. Είναι σημαντικό ότι κάτω από τη δική μας πίεση φρενάραμε το σχετικό επικίνδυνο νομοσχέδιο».
Δε στεκόμαστε μοιραλατρικά απέναντι στο πρόβλημα
«Απορρίπτουμε, είπε, τη διαχείριση της τοξικομανίας και τις θεωρίες περί νομιμοποίησης, περιορισμού της βλάβης, υποκαταστάτων, περί μαλακών και σκληρών ναρκωτικών. Δε στεκόμαστε μοιρολατρικά απέναντι στο πρόβλημα, ο τοξικομανής ως ένας άνθρωπος που υποφέρει μπορεί να θεραπευτεί με την προϋπόθεση να αποφασίσει ο ίδιος τη θεραπεία του μέσα από την ένταξή του σε ένα θεραπευτικό πρόγραμμα απεξάρτησης. Η πρόληψη είναι το κυριότερο στοιχείο για την ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος. Διεκδικούμε μια στρατηγική πρόληψης που θα παίρνει υπόψη της τους βασικούς παράγοντες που επιδρούν στη ζωή του νέου ανθρώπου», τόνισε ξεκαθαρίζοντας ότι η πρόληψη δεν ταυτίζεται με την ενημέρωση, ενώ επισήμανε την ανάγκη και την υποχρέωση του κράτους να δημιουργήσει τόσα θεραπευτικά προγράμματα όσα απαιτούν οι σημερινές συνθήκες. Επίσης, ανέπτυξε την υποχρέωση του κράτους στον τομέα της έρευνας και αναφέρθηκε σε συγκεκριμένες ελλείψεις σχεδιασμού και έργων υποδομής που σχετίζονται με την κοινωνική επανένταξη.
«Το ΚΚΕ, κατέληξε, δικαιώνεται καθημερινά για τη σθεναρή του στάση και τις θέσεις του στο θέμα των ναρκωτικών. Είναι αντίθετο τόσο με την ισχύουσα κατασταλτική πολιτική που φυλακίζει τους χρήστες και αφήνει ελεύθερους τους εμπόρους όσο και με τις πολιτικές διαχείρισης του προβλήματος καθώς και τις προσπάθειες ιδιωτικοποίησης των υπαρχουσών υπηρεσιών απεξάρτησης και πρόληψης. Στηρίζει τη μόνη ρεαλιστική λύση στο σημερινό σύστημα που είναι η ενίσχυση των προσπαθειών πρόληψης, θεραπείας, επανένταξης για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες των ναρκωτικών».
Θέλουν «ζωντανούς νεκρούς» μακριά από κάθε διεκδίκηση
Μίλησε ο Παναγιώτης Κατηφές, μέλος της Επιτροπής Περιοχής της ΚΟΑ του ΚΚΕ
«Μπορεί να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της τοξικομανίας; Ναι, μπορεί να αντιμετωπιστεί η τοξικομανία ως κοινωνικό φαινόμενο με την ανατροπή των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Σε μια κοινωνία που η ολοκλήρωση της προσωπικότητας συντελείται μέσα από την ικανοποίηση των διευρυμένων λαϊκών αναγκών, που δεν υπάρχει το άγχος και η αγωνία για επιβίωση, που η εργασία αλλάζει μορφή και περιεχόμενο και είναι αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνικής προσφοράς, που η μόρφωση δε στηρίζεται στην απόκτηση αποσπασματικών γνώσεων, αλλά στην ικανότητα του ανθρώπου να ανακαλύπτει την αντικειμενική πραγματικότητα και τους νόμους κίνησης της φύσης και της κοινωνίας, που ο αθλητισμός και ο πολιτισμός αποκτούν άλλο περιεχόμενο και είναι αναπόσπαστο κομμάτι της προσωπικότητας, σε μια κοινωνία που ο παραγωγός του κοινωνικού πλούτου κατέχει τα μέσα παραγωγής, καθορίζει την οικονομία της και ελέγχει την πολιτική εξουσία που ίδιος κατέχει, σ' αυτή την κοινωνία μηδενίζονται όλοι οι κοινωνικοί παράγοντες που μπορούν να θεωρηθούν αναγκαία συνθήκη για τη διάδοση της τοξικομανίας», σημείωσε ο Παναγιώτης Κατηφές, μέλος της Επιτροπής Περιοχής της Κομματικής Οργάνωσης Αττικής του ΚΚΕ, μιλώντας για «Τα ναρκωτικά ως μέσο κοινωνικού ελέγχου και χειραγώγησης της νεολαίας».
Αναφερόμενος στο νομοσχέδιο «Κώδικας Ναρκωτικών», που μέσα στα άλλα προωθεί τη νομιμοποίηση της χρήσης, επισήμανε ότι «όχι μόνο δεν μπορεί το αστικό σύστημα να αντιμετωπίσει ολοκληρωτικά το ζήτημα της τοξικοεξάρτησης, αλλά συνειδητά δε θέλει. Λιγότεροι χρήστες, λιγότεροι εξαρτημένοι σημαίνει περισσότεροι άνθρωποι που αντιλαμβάνονται την κοινωνική τους διάσταση μέσα στο σύνολο, περισσότεροι άνθρωποι με κριτική ικανότητα. Αντιλαμβάνομαι την κοινωνική μου διάσταση σημαίνει ότι μπορώ καλύτερα να προσδιορίσω την ταξική μου θέση και με βάση αυτή να δράσω συνειδητά για το συμφέρον μου που προσδιορίζεται μέσα από το συμφέρον όλης της τάξης μου. Ακριβώς σ' αυτή την οργάνωση της τάξης που θα δράσει με βάση το συμφέρον της και στην προκειμένη περίπτωση στην οργάνωση της εργατικής τάξης για την κατάληψη της εξουσίας και την εδραίωση της δικής της οικονομίας, πρέπει να μπουν εμπόδια. Γι' αυτό η αστική τάξη θέλει "ζωντανούς - νεκρούς", "ανθρώπους σκιές" που κινούνται έξω από κάθε κοινωνική διάσταση και διεκδίκηση, αλλά και ανοχή στο φαινόμενο από την κοινωνία γιατί συντελείται καλύτερα για το σύνολο της κοινωνίας η αταξική προσέγγιση για κάθε κοινωνική διαδικασία».
Για την αποτελεσματική δουλειά των «στεγνών» προγραμμάτων
Μίλησε ο Πέτρος Τριάντος, κοινωνικός ανθρωπολόγος στον τομέα Ερευνας του ΚΕΘΕΑ
Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή στα «στεγνά» θεραπευτικά προγράμματα από τις αρχές της δεκαετίας του '80 στη χώρα μας και τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξαν στην αλλαγή της αντίληψης που θεωρούσε τότε τον τοξικοεξαρτημένο ως «ψυχικά ασθενή» και «φορέα μολυσματικής ασθένειας», ο Πέτρος Τριάντος, κοινωνικός ανθρωπολόγος στον τομέα Ερευνας του ΚΕΘΕΑ, μίλησε με θέμα «Θεραπευτικές προσεγγίσεις για την εξάρτηση και κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών - "Στεγνά" προγράμματα».
«Η αποτοξίνωση, η διακοπή δηλαδή της χρήσης κάποιας ουσίας και η εξάλειψη της οργανικής ανάγκης για λήψη της ουσίας, αποτελεί μόνο μια πρώτη φάση στη διαδικασία απεξάρτησης που χρειάζεται να συμπληρωθεί από τη φάση της ψυχικής απεξάρτησης, την αντιμετώπιση δηλαδή των ψυχολογικών και κοινωνικών αιτίων που την επιβάλλουν. Η απεξάρτηση αποτελεί μια διαδικασία σύνθετη και πολύπλευρη, όπως άλλωστε και η χρήση», σημείωσε μεταξύ άλλων, τονίζοντας ότι η θεραπευτική πρόταση του ΚΕΘΕΑ στοχεύει αρχικά στην ενίσχυση του κινήτρου για θεραπεία. Και ανέλυσε ότι «η κύρια θεραπευτική δουλειά γίνεται στη θεραπευτική κοινότητα, στην κύρια φάση θεραπείας, όπου το άτομο, έχοντας σταματήσει τη χρήση, ενισχύεται στο να αντικαταστήσει αξίες, συμπεριφορές, στάσεις και "πιστεύω" που είχε υιοθετήσει στη ζωή στη χρήση και τον βοηθούσαν να επιβιώσει, με νέες καθαρές αξίες, όπως υπευθυνότητα, ενεργό συμμετοχή, φροντίδα για τον εαυτό του και τους γύρω του, μετάβαση από το εγώ της χρήσης στο εμείς της ομάδας αυτοβοήθειας και της ομάδας ομότιμων. Κατανοεί και εμβαθύνει στα βαθύτερα αίτια που τον οδήγησαν στη χρήση και νοηματοδοτεί την προσπάθεια για θεραπεία και απεξάρτηση. Στη φάση της Κοινωνικής Επανένταξης, το άτομο αυτονομείται από το προστατευμένο περιβάλλον της θεραπευτικής κοινότητας, επανακτά τους δεσμούς του με διαδικασίες εκπαίδευσης, αναζητά εργασία και επανιδρύει το φιλικό και κοινωνικό του δίκτυο βασισμένο σε νέες καθαρές αξίες».
Σχετικά με τη χορήγηση υποκαταστάτων υπογράμμισε ότι το τελευταίο διάστημα προβάλλονται αμφίβολης επιστημονικής επάρκειας προτάσεις, οι οποίες, στο πρόσχημα της εξοικονόμησης πόρων, προτείνονται ως αποτελεσματικές. Ομως τα θεραπευτικά προγράμματα του ΚΕΘΕΑ έχουν επανειλημμένα τεκμηριώσει την αποτελεσματικότητά τους(...) και, αντί για ενίσχυση, βιώνει μια συνεχή μείωση του ποσοστού της κρατικής επιχορήγησης, το πάγωμα των προσλήψεων ήδη από το 2006 και την ένταξη του οργανισμού στα προγράμματα συγχωνεύσεων και εργασιακής εφεδρείας(...) Το δημόσιο και δωρεάν σύστημα απεξάρτησης και κοινωνικής επανένταξης της χώρας κινδυνεύει να καταρρεύσει. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας εξέλιξης θα είναι άκρως αρνητικό για χιλιάδες χρήστες ουσιών και τις οικογένειές τους, αλλά και για την ελληνική κοινωνία στο σύνολό της, χωρίς κανένα ουσιαστικό δημοσιονομικό όφελος».

Η ιατρικοποίηση της τοξικοεξάρτησης είναι επικίνδυνη
Μίλησε η Ιλιάνα Ναζεντιάδου, ψυχολόγος - ψυχοθεραπεύτρια και μέλος της Γραμματείας του ΕΣΥΝ
Αναπτύσσοντας το θέμα «Τοξικοεξάρτηση - νόσος ή κοινωνικό φαινόμενο;» η Ιλιάνα Ναζεντιάδου, ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια και μέλος της Γραμματείας του ΕΣΥΝ, αναφέρθηκε στα ιδεολογήματα που αφορούν την τοξικοεξάρτηση, όπως προβάλλονται από την κυρίαρχη πολιτική. «Αξιοποιούνται αποσπασματικά βιολογικές - ιατρικές προσεγγίσεις χωρίς την απαραίτητη ολοκληρωμένη μελέτη του φαινομένου, για την οποία πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τις κοινωνικές σχέσεις μέσα στις οποίες αυτό διαμορφώνεται. Ενα φαινόμενο το οποίο συνιστά ακραία μορφή αλλοτρίωσης του ανθρώπου, δεδομένου του ότι απομακρύνει τον άνθρωπο από τις πραγματικές του ανάγκες, πόσο μάλλον από τη διεκδίκησή τους, απομακρύνει τον άνθρωπο από το ίδιο το κοινωνικό γίγνεσθαι, εφόσον η ουσία ορίζει την ίδια του την ύπαρξη αλλά και τις σχέσεις του με την κοινωνία».
Εξηγώντας τον ορισμό που δίνεται στην τοξικοεξάρτηση ως «νόσος του εγκεφάλου υποτροπιάζουσα και αυτοπροκαλούμενη» από κυρίαρχους ιατρικούς κύκλους αλλά και στον «Κώδικα Ναρκωτικών», επισήμανε «τι πιο εύκολο σήμερα σε αυτές τις συνθήκες στέρησης κάθε ανθρώπινου δικαιώματος να αποδίδεται ένα τέτοιο φαινόμενο αποκλειστικά και μόνο στο χρήστη, να ονοματίζεται ο χρήστης άρρωστος ή ψυχικά ασθενής ανάγοντας αποσπασμένα βιολογικούς - ιατρικούς παράγοντες σε μοναδικούς παράγοντες γέννησης του φαινομένου και το ίδιο το κοινωνικό και πολιτικό σύστημα να αποποιείται των δικών του ευθυνών. Ούτως ή άλλως, παραδοσιακά η ιατρικοποίηση κοινωνικών φαινομένων χρησιμοποιείται προκειμένου να αποκλειστούν κοινωνικές ομάδες, αποδίδοντάς τους χαρακτηριστικά παρέκκλισης από την κυρίαρχη κοινωνική νόρμα και να απομυθοποιηθούν οι πραγματικές αιτίες των φαινομένων. Με αυτό τον τρόπο νομιμοποιείται στη συνείδηση του λαού το ίδιο το φαινόμενο και αποκλείονται οι φέροντες του φαινομένου, δηλαδή οι χρήστες».
«Η ιατρικοποίηση του φαινομένου, τόνισε, είναι επικίνδυνη και γιατί, καθιστά αποσπασμένα το χρήστη υπεύθυνο γι' αυτή, αλλά και γιατί διαμορφώνει την ποιότητα της αντιμετώπισής του αντιεπιστημονικά (...) Αυτή η προσέγγιση τι πετυχαίνει; Καταρχήν, απομακρύνει τη θεραπεία από τις πραγματικές της αιτίες και καταλήγει να συντηρεί ένα κατεξοχήν κοινωνικό φαινόμενο αποδίδοντάς του χαρακτηριστικά χρονιότητας και νόσου. Αποσιωπά το γεγονός ότι το υποκατάστατο, η νόμιμη δηλαδή ναρκωτική ουσία όχι μόνο δεν θεραπεύει, αλλά συντηρεί ζωντανούς νεκρούς, ενισχύοντας παράλληλα τη μοιρολατρία στους χρήστες και στις οικογένειές τους».

από: ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ